Ανακοινώσεις & Ειδήσεις ΙΕΝΕ

«Η Ελληνική ΑΟΖ: Γεωπολιτική Πραγματικότης και Γεωστρατηγική Αναγκαιότης...», των Ι. Θ. Μάζη & Γ.-Α. Σγούρου

Ημ/νία δημοσίευσης: Πέμπτη, 5 Απριλίου 2012

Από την 8ην Φεβρουαρίου 2010 είχα καταθέσει εις το σχετικόν Συνέδριο του ΙΕΝΕ εισήγησιν όπου κατεδείκνυα την αναγκαιότητα κηρύξεως ΑΟΖ από την Ελλάδα, διευκρινίζων τα δέοντα διπλωματικά επιχειρήματα και τα γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά αυτής πλεονεκτήματα. Κατόπιν, η εισήγηση αυτή δημοσιεύθη σε έντυπα ΜΜΕ (ΕΣΤΙΑ, 8 Ιανουαρίου 2011) και ιστοσελίδες (skai.gr). Επίσης, το περιοδικό «Επίκαιρα» δημοσίευσε ολοκληρωμένην μελέτην εμού και του Δρος Γ.-Α. Σγούρου ως ειδικόν ένθετον μετά πρωτογενούς χαρτογραφικού υλικού (Ι. Θ. Μάζης & Γ.-Α. Σγούρος, Η ελληνική Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και το Καστελόριζο - Αρχές μιας Γεωπολιτικής Ανάλυσης, ένθετο στο τεύχος 82, 12-18/5/2011).

Υπάρχουν συγκριτικαί χαράξεις με δεδομένη τη γραμμή βάσεως της Τουρκίας με δύο τρόπους: με τη μέθοδο Voronoi και τη μέθοδο της Μέσης Γραμμής. Η δεύτερη είναι η επίσημη μέθοδος, η οποία χρησιμοποιεί- ται και από τους αρμοδίους διεθνείς οργανισμούς). Θεωρώ ως ισχύοντα εισέτι τα υποστηριζόμενα εις τα ανωτέρω κείμενά μου, εφόσον δεν υπήρξε αλλαγή από ελληνικής πλευράς επί του πρακτέου της ΑΟΖ. Υπήρξαν οπωσδήποτε, ένθεν και ένθεν, δηλώσεις και υποσχέσεις πολιτικών και «εξαιρετικώς καλαί προθέσεις». Εν τω μεταξύ, διεκινήθησαν απόψεις άκρως επικίνδυνες διά «το πόσο μακριά ευρίσκεται το Καστελόριζο» και λοιπά, εξίσου ατυχή συμφραζόμενα. Τείνομε να λησμονώμεν ότι, όπως επισημαίνει και o συνάδελφος κ. Θ. Καρυώτης, «υπάρχουν 137 κράτη που διαθέτουν ΑΟΖ 200 ν.μ.». Προφανώς, όλες αυτές οι κυβερνήσεις είναι ευήθεις, ενώ ευφυείς είμεθα μόνον εμείς εις την Ελλάδα! (Εις το κείμενον που ακολουθεί, κατόπιν παρακλήσεως της Συντάξεως, αφαιρώ όλες τις παραπομπές μου στις χρησιμοποιηθείσες πηγές, για λόγους οικονομίας χώρου.)

Α. Ορισμός ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδος και η μέθοδος της Μέσης Γραμμής

Πριν αναφερθούμε σε αυτό το μέγεθος της ΑΟΖ και την γεωπολιτικήν του σημασία, θα πρέπει να γνωρίζομε ότι εκκινούντες από την φυσική ακτογραμμή (ή την υποκαθιστούσα αυτή γραμμή βάσεως) δυνάμεθα ως παράκτιος χώρα να κηρύξωμε ΑΟΖ. Και άνευ συνεχείας της αγόνου περί υφαλοκρηπίδος συζήτησιν εφόσον είναι πλέον νομικώς κατοχυρωμένη η ταύτισις του εύρους της Υφαλοκρηπίδος με τον, υπό κυριαρχικήν εκμετάλλευσιν του παρακτίου κράτους, υπό του υποθαλασσίου βυθού χώρον της ΑΟΖκαι τούτο διότι η Υφαλοκρηπίδα, συμφώνως προς την Σύμβασιν του 1982, διαθέτει ως ελάχιστον εύρος την έκτασιν του βυθού της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) δηλαδή μέχρι 200 ν.μ. Δύναται όμως να υπερβεί και το όριον αυτό, όταν το Υφαλοπλαίσιον του παρακτίου κράτους εκτείνεται πέραν των 200 ν.μ., οπότε η Υφαλοκρηπίδα εξικνείται μέχρι και το τέλος του Υφαλοπλαισίου ή τα 350 ν.μ. ή ακόμη εκτείνεται στα 100 ν.μ. πέραν της ισοβαθούς καμπύλης των 2.500 μέτρων.

Διά την οριοθέτησιν δε των αλληλεπικαλυπτωμένων Χωρικών Υδάτων (χωρικών Θαλασσών), όπως στην ελληνο-τουρκικήν περίπτωσιν, υιοθετείται η αρχή της Μέσης Γραμμής με ελαχίστους μόνον εξαιρέσεις (άρθρο 15). Νομικά προηγούμενα εις την περιο χήν της Νοτιοανατολικής Μεσογείου για την εφαρμογή του κανόνος της Μέσης Γραμμής έχομε ήδη στις τρεις (3) περιπτώσεις του καθορισμού της ΑΟΖ μεταξύ: 1) Κυπριακής Δημοκρατίας - Αιγύπτου, 2) Κυπριακής Δημοκρατίας - Λιβάνου και 3) Κυπριακής Δημοκρατίας - Ισραήλ (Φεβρουάριος 2003, Ιανουάριος 2007 και Δεκέμβριος 2010, αντιστοίχως). Η σωρευτική εφαρμογή της Μέσης Γραμμής στην περιοχή καλύπτει –κατά μέγα μέρος– και οιανδήποτε «δημιουργική ασάφεια» εις την ελληνο-τουρκικήν διένεξη μπορεί να δημιουργήσει η επιλεκτική ανάγνωσις του άρθρου 74, εις το οποίο η νέα Σύμβασις (1982) προβλέπει σύναψη Συμφωνίας «συμφώνως προς το διεθνές Δίκαιον, όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου, προς τον σκοπόν καταλήξεως εις δικαίαν (επιεική) λύση».

Εξετάζοντες τώρα ακόμη και την αρχήν της ευθιδικίας/equity, η οποία εμπεριέχει και την αρχήν «των ειδικών περιπτώσεων» τις οποίες, ανακολούθως και αβασίμως από νομικής πλευράς, επικαλείται η Τουρκία, πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι και η περίπτωσις της «δικαίας λύσεως/ευθιδικίας» οφείλει, κατά νόμον, να είναι απόρροια του Διεθνούς Δικαίου και σύμφωνη ως προς αυτό. Και διά την πλήρη διασαφήνισιν του ζητήματος δέον είναι να σημειωθούν τα εξής: i) συμφώνως προς την Σύμβασιν του 1982 (άρθρο 121) οι Νήσοι διαθέτουν πλήρη δικαιώματα Υφαλοκρηπίδος και ΑΟΖ. Εξαιρούνται μόνον οι βραχονησίδες οι οποίες «δεν δύνανται να κατοικηθούν» –προσοχή, δεν ομιλεί ο νόμος περί «μη κατοικουμένων», αλλά περί «δυνατότητος κατοικήσεως»!– «ή δεν έχουν ιδικήν των οικονομική ζωή και οι οποίες δικαιούνται να έχουν μόνον χωρική θάλασσα και συνορεύουσα ζώνη».

Κοντολογίς, οι βραχονησίδες αυτές δικαιούνται να έχουν μέχρι 12 ν.μ. εύρος Χωρικής Θαλάσσης και ακόμη άλλα 12 ν.μ. Συνορευούσης Ζώνης! Να σημειωθεί εδώ ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει ανάλογα δικαιώματα καν εις το Καστελόριζο! Δεν αναγνωρίζει λοιπόν η γείτων δικαίωμα Χωρικών Υδάτων και φυσικά ούτε Συνορευούσης Ζώνης στις βραχονησίδες αλλά ούτε καν εις τας Νήσους του παρακτίου Κράτους, το οποίον και τις διαθέτει, και δεν δέχεται να ακολουθήσει τις επιταγές του Δικαίου της Θαλάσσης το οποίο, όμως, όπως η οιαδήποτε λύσις απαιτεί, ακόμη και αυτή της «ευθιδικίας», οφείλει να συντελείται με σαφήν τήρησιν των υπ’ αυτό προβλεπομένων κανόνων! Συνεπώς πάσα συζήτησις με την Άγκυρα επί του θέματος θα είναι άγονος. Και, πάντως, κατά την Σύμβασιν υφίσταται πρόνοια υποχρεωτικού μηχανισμού διά την διευθέτησιν αναλόγων διαφορών μέσω της προσφυγής των εμπλεκομένων εις το Διεθνές Δικαστήριον διά το Δίκαιον της Θαλάσσης. Το Δικαστήριον, το εδρεύον εν Αμβούργω Γερμανίας, ελειτούργησε το 1996, δύο έτη αφότου η Νέα Σύμβασις του 1982 ετέθη εν ισχύι. Καλόν είναι λοιπόν να μην αναφέρονται οι διάφοροι αναλυταί και σχολιασταί εις το «Διεθνές Δικαστήριον της Χάγης», αλλά εις αυτό του Αμβούργου, εάν θέλουν να είναι ακριβείς.

Β. Περίκλειστη ή Ημιπερίκλειστη Θάλασσα και τουρκικές διεκδικήσεις

Υπάρχει ένα ακόμη σημείον το οποίον περιγράφεται εις τα άρθρα 122 και 123 της Συνθήκης του 1982, τα προτείνοντα ορισμένες εξαιρέσεις από τις κοινώς αποδεκτές λύσεις του Δικαίου της Θαλάσσης, αφορώσες τις περιπτώσεις των λεγομένων «Κλειστών ή Ημικλείστων Θαλασσών». Πάντως πρόκειται απλώς διά συνεργασίαν εις τους τομείς της i) αλιείας, ii) της περιβαλλοντικής προστασίας, έχουν δε χαρακτήρα μη δεσμευτικόν.

Συνεπώς, τα οιαδήποτε επιχειρήματα της Τουρκίας περί της «Ημικλείστου Θαλάσσης του Αιγαίου» δεν δύνανται να επεκταθούν εις τομείς συνεκμεταλλεύσεως υποθαλασσίου πλούτου (υδρογονανθράκων) ούτε ασφαλώς στηρίζουν εκχώρησιν εθνικής κυριαρχίας εις τους τομείς της Υφαλοκρηπίδος, διότι τοιουτόν τι δεν απορρέει ουδαμώς εκ της Νέας Συμβάσεως του 1982! Άλλωστε, ενώ η Τουρκία ουδέποτε υπέγραψε αλλά ούτε και επεκύρωσε την Νέαν Σύμβασιν του 1982, εκήρυξε, ανακολούθως πράττουσα, ΑΟΖ εις τον Εύξεινον περί το τέλος του 1986, και συνεφώνησε μάλιστα μετά της τότε Σοβιετικής Ενώσεως εις την χρήσιν της... μεθόδου της Μέσης Γραμμής (!). Το αυτό επανέλαβε αργότερα μετά της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας συνάψασα αναλόγου μορφής και περιεχομένου συμφωνίαν με αυτήν την συναφθείσα μετά των Σοβιετικών. Συνεπώς, η Τουρκία ευρίσκεται εν πλήρη ανακολουθία εις τα δηλούμενά της περί της νομικής βάσεως των σχέσεών της μετά της Ελλάδος!

Γ. Η Τουρκία και οι ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις ως προς την υπογραφή της Νέας Συνθήκης για το Δίκαιον της Θαλάσσης

Αναφορικώς τώρα με τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της Τουρκίας ως προς την εφαρμογήν της Συμβάσεως του 1982, η γείτων απεδείχθη και πάλιν απολύτως αναξιόπιστος με ανακόλουθον προς τας δεσμεύσεις της συμπεριφοράν. Αναφέρω χαρακτηριστικώς:

i) Εις την «Συμφωνία του Ελσίνκι» του Δεκεμβρίου του 1999 η Τουρκία υπογράφει και αποδέχεται ενώπιον της ΕΕ ότι: «α) θα προσυπογράψει την Νέα Σύμβαση περί Δικαίου της Θαλάσσης του 1982, β) θα επιλύσει άπαντα τα υφιστάμενα ελληνο-τουρκικά ζητήματα εντός του χρονικού ορίου του 2004 ή θα δεχθεί να τα παραπέμψει από κοινού με την Ελλάδα στο Διεθνές Δικαστήριον της Χάγης και γ) θα εκπληρώσει όλα τα κριτήρια της Κοπεγχάγης». Η Τουρκία μέχρι σήμερον τίποτε δεν έπραξε από τα ανωτέρω. Απεναντίας, εστράφη προς ισλαμιστικούς προσανατολισμούς βάσει του «δόγματος Νταβούτογλου», εγκαταλείπουσα συνειδητώς και με νταβουτογλιανήν θεωρητικήν κάλυψιν την ευρωπαϊκήν της πορείαν.

ii) Η Σύμβασις του ΟΗΕ του 1982 έχει κυρωθεί από την Ευρωπαϊκήν Ένωση (10 Δεκεμβρίου 1998) και κατ’ επέκτασιν αποτελεί μέρος του «κοινοτικού κεκτημένου». Όλες οι υπό ένταξιν χώρες –συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας– οφείλουν κατά το χρόνο της εντάξεώς τους να εφαρμόσουν το κοινοτικόν αυτό κεκτημένον.

iii) Το Συμβούλιον της ΕΕ στις 2 Ιουνίου του 2005 κατέστησε σαφές ότι «η Σύμβασις των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θαλάσσης αποτελεί μεικτή συμφωνία, δηλαδή έχει συναφθεί και από την Κοινότητα και από τα κράτη-μέλη. Δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 της πράξεως της αφορούσης τους όρους προσχωρήσεως των νέων κρατών-μελών, τα κράτη αυτά δεσμεύονται να προσχωρήσουν στις συμβάσεις και συμφωνίες που έχουν συνάψει τα παλιά-κράτη μέλη και, μαζί με αυτά, η Κοινότητα».

iv) Στις 2 Απριλίου του 2007 ο Όλι Ρεν εδήλωσε σαφώς ότι «η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θαλάσσης αποτελεί όντως κοινοτικό κεκτημένο, το οποίο η Τουρκία αναμένεται να υιοθετήσει και να εφαρμόσει μετά την προσχώρησίν της εις την Ευρωπαϊκή Ένωσιν. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να ελέγχει την εφαρμογή του κεκτημένου στην Τουρκία».

Δ. To ελληνο-τουρκικόν εκπεσόν και ευτελισθέν «κοινό ανακοινωθέν της Μαδρίτης» του 1997

Το «κοινό ανακοινωθέν/press state ment» του Ιουλίου του 1997, το οποίο προέκυψε στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στην Μαδρίτη, κατόπιν ισχυρών παρεμβάσεων της υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Madeleine K. Albright, μεταξύ των Süleyman Demirel και Κωνσταντίνου Σημίτη δεν αποτελεί πλέον κώλυμα διά το θέμα της κηρύξεως της ελληνικής ΑΟΖ. Στο «ανακοινωθέν» αναφέρεται ότι: «Και οι δύο χώρες θα αναλάβουν προσπάθεια να προωθήσουν διμερείς σχέσεις, που θα βασίζονται μεταξύ άλλων και σε: [...]

ΙV) Σεβασμό στα νόμιμα ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της κάθε χώρας στο Αιγαίο, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία τους.V) Δέσμευση αποφυγής μονομερών ενεργειών στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού και της επιθυμίας, ώστε να αποτραπούν συγκρούσεις οφειλόμενες σε παρεξήγηση». [...]

Οι δύο αυτές προφορικές αναφορές, άνευ ουδεμιάς διπλωματικής βαρύτητος, είναι οι επίμαχες και εκείνες οι οποίες χρησιμοποιού νται ή/και υπονοούνται από την ισλαμική κυβέρνηση της Άγκυρας ως βάση νομιμοποιήσεως των διεκδικήσεών της εις το Ανατολικό Αιγαίο και βεβαίως εις το Καστελόριζο. Δείγμα αυτής της τουρκικής προσεγγίσεως μας έδωσε, ήδη από τον Ιούνιο του 2007, ο Τούρκος πρόεδρος κ. Γκιουλ, όταν εις το περιθώριο της Συνόδου του ΟΣΕΠ δήλωσε ότι: «Η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν νομικά και ζωτικά συμφέροντα και ανησυχίες στο Αιγαίο με μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία τους. Έχουν δεσμευθεί με τη Συμφωνία [Σ.Σ.: ΚΑΜΙΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ!] της Μαδρίτης του 1997 να σέβονται τις αρχές αυτές και να διευθετούν τις μεταξύ τους διενέξεις με ειρηνικά μέσα και αμοιβαία συναίνεση».

Κάτι ανάλογον δεν ισχύει διότι: i) η Τετάρτη Παράγραφος ομιλεί περί «νομίμων ζωτικών συμφερόντων και ενδιαφερόντων» των δύο χωρών. Δηλαδή συμφερόντων και ενδιαφερόντων των οποίων η διεκδίκησις ορίζεται από το Διεθνές Δίκαιον της Θαλάσσης του 1982! και ii) η Πέμπτη Παράγραφος έχει ήδη πολλαπλώς καταρρακωθεί και ευτελισθεί πλήρως, λόγω των διαρκών τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίον, όπως και από αυτήν μόνην την ύπαρξιν του casusbelli! Συνεπώς, η ανυπαρξία και η ακυρότης της μηδέποτε συναφθείσης αυτής «Συμφωνίας» από ελληνικής πλευράς είναι δεδομέναι, ακριβώς λόγω των δύο ανωτέρω στοιχείων.

Και πάντως, ακριβώς λόγω της συμπεριφοράς της Τουρκίας στο Αιγαίον, το κοινόν αυτό ανακοινωθέν έχει παύσει να υφίσταται, έστω και ως «ηθική δέσμευσις» των Αθηνών. Επίσης η ύπαρξις και μόνη του εισέτι ισχύοντος τουρκικού casusbelli ακυρώνει πλήρως το ουσιαστικό περιεχόμενο των Παραγράφων Ι, ΙΙ και ΙΙΙ των προβλεπουσών αντιστοίχως: «i) Αμοιβαία δέσμευση για την ειρήνη, την ασφάλεια και τη συνεχή ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας, ii) σεβασμό της κυριαρχίας της κάθε χώρας και σεβασμό της κυριαρχίας της κάθε χώρας και iii) σεβασμό των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών» αλλά –και κυρίως– το γράμμα και το πνεύμα της Παραγράφου VI, η οποία –τι ειρωνεία...– προβλέπει «δέσμευση διευθέτησης των διαφορών τους με ειρηνικά μέσα, στη βάση αμοιβαίας συναίνεσης και χωρίς τη χρήση βίας ή την απειλή χρήσεως βίας». Τι είναι, όμως, το casusbelli; «Ειρηνικόν μέσον» ή μήπως είναι «απειλή χρήσεως βίας»;

Ε. Γεωπολιτικόν συμπέρασμα

1) Βάσει των ανωτέρω εκτεθέντων συνεπάγεται ότι: Αφενός μεν η οφειλομένη να ανακηρυχθεί, για να ισχύσει η χάραξίς της, ΑΟΖ αποτελεί αναπόσπαστον μέρος του γραπτού και εθιμικού Δικαίου της Θαλάσσης, το οποίον πλέον ισχύει και λειτουργεί διεθνώς και, αφετέρου, αποτελεί αναφαίρετον και μοναδικόν δικαίωμα του ενδιαφερομένου παρακτίου Κράτους να προβεί εις την κήρυξίν της.

2) Άλλωστε, να γίνει πλέον κατανοητόν ότι η ευρωπαϊκή αλλά και –κυρίως– η αγγλοσαξονική γεωστρατηγική κατεύθυνση άλλαξαν. Οι δύο αυτοί διεθνείς πόλοι ισχύος, i) ΕΕ και ii) ΗΠΑ - Ηνωμένον Βασίλειον (Ειδική Σχέσις), επιδιώκουν την αποδέσμευση από τα ρωσικά, ιρανικά και αραβο-ισλαμικά ενεργειακά αποθέματα. Επίσης, υπό το φως αυτής της ερμηνείας, οι Αγγλοσάξονες της Ειδικής Σχέσεως δεν βλέπουν με ιδιαίτερα θετικόν όμμα την επερχομένη πρόσδεση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο, μεταπράτης και διανομεύς του οποίου θα είναι η Γερμανία στην ΕΕ. Να λοιπόν η κατάλληλη ευκαιρία διά να το αποφύγουν οριστικά: Τα ισραηλινά και τα κυπριακά αποθέματα μαζί με τα ελληνικά αποθέματα φυσικού αερίου (νοτίως της Κρήτης και στο Ιόνιο μέχρι την Αδριατική) αποτελούν την ιδανική λύσιν. Συνεπώς, ο οιοσδήποτε θέσει εαυτόν ως εμπόδιο σε αυτήν την γεωστρατηγική εξέλιξη, και στην περίπτωσή μας αυτή φαίνεται να είναι μόνον η Τουρκία, θα αντιμετωπίσει τις σκληρότατες αντιδράσεις της –ούτω καλουμένης– «Δύσεως», δηλαδή των: ΕΕ και Ειδικής Σχέσεως Λονδίνου - Ουάσιγκτον.

Φυσικά, ο ισραηλινός παράγων, ο οποίος δύναται να επηρεάζει την Ειδική Σχέση, θα συμβάλλει σαφώς προς την ιδίαν κατεύθυνσιν! Να τονισθεί, όμως, ότι η Ελλάς οφείλει τάχιστα να προχωρήσει εις τριμερή διακανονισμόν των ΑΟΖ μεταξύ αυτής, της Αιγύπτου και της Κυπριακής Δημοκρα τίας, ώστε να διαφυλάξει την επαφήν μεταξύ ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ. Διαφορετικά, η γείτων θα παρεισφρήσει ενδιαμέσως, αποκλείουσα αυτήν την επαφήν του κοινού θαλασσίου ορίου με την μέθοδον του μη συνυπολογισμού της ΑΟΖ του νησιωτικού τριγώνου Μεγίστης, Στρογγύλης και Ρω. (Βλ. Χάρτες Εικόνων 6, 7 & 8 στο Ι. Θ. Μάζης & Γ.-Α. Σγούρος, Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και Καστελλόριζο - Αρχές μιας Γεωπολιτικής Ανάλυσης). Επίσης, διά του τρόπου αυτού θα δημιουργήσει διεκδικήσεις επί των υδριτών μεθανίου της περιοχής νοτίως και νοτιοανατολικώς του νησιωτικού αυτού τριγώνου (βλ. I. Th. Mazis - Dr.G. Al. Sgouros, και: Ι.-Θ. Μάζης - Γ.-Α. Σγούρος,Κοιτάσματα στην Ανατολική Μεσόγειο,«Επίκαιρα», τεύχος 26, 15-21/4/2010), όπως και στην δυτική πλευρά της ΑΟΖ της Κύπρου αλλά και στην ανατολική πλευρά της ΑΟΖ της Κρήτης εις την περιοχήν της Λεκάνης του Ηροδότου, όπου υπάρχει με ήδη δημοσιευμένα στοιχεία (ΗΠΑ, Γαλλία, Νορβηγία) ελληνικόν μερίδιον εις φυσικόν αέριον της τάξεως του ενός τρισεκατομμυρίου κυβικών μέτρων.

Από νομικής πλευράς, πάντως, μία παρεμβολή της τουρκικής ΑΟΖ δεν εμποδίζει ούτε την διέλευσιν δεξαμενοπλοίων LNG ούτε την διέλευση καλω δίων και σωληναγωγών από τον βυθό της ΑΟΖ, έστω και εάν αυτή καταλήξει, διά «πολιτικών χειρισμών» να ανήκει ως υπέδαφος στην Τουρκία. Η συμπεριφορά, όμως, της γείτονος δεν εμπνέει καμίαν εμπιστοσύνην ως προς την τήρησιν του διεθνούς Δικαίου, και έτσι καλύτερα να αποφευχθεί πάση θυσία ένα ανάλογο ενδεχόμενον διά του αμέσου τριμερούς διακανονισμού.

Άρα, φοβικά σύνδρομα εκ μέρους των Αθηνών για αποφασιστικές και στοχευμένες ενέργειες στην Νοτιοανατολικήν Μεσόγειον δεν δικαιολογούνται.

σεβασμό των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών Αμοιβαία δέσμευση για την ειρήνη, την ασφάλεια και τη συνεχή ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας, σεβασμό της κυριαρχίας της κάθε χώρας και σεβασμό των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών»«». «Ειρηνικόν μέσον» ή μήπως είναι «απειλή χρήσεως βίας»;

 Δέσμευση αποφυγής μονομερών ενεργειών στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού και της επιθυμίας, ώστε να αποτραπούν συγκρούσεις οφειλόμενες σε παρεξήγηση

Αμοιβαία δέσμευση για την ειρήνη, την ασφάλεια και τη συνεχή ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας, σεβασμό της κυριαρχίας της κάθε χώρας και σεβασμό των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών»«». «Ειρηνικόν μέσον» ή μήπως είναι «απειλή χρήσεως βίας»; «: [...]
Κοντολογίς, οι βραχονησίδες αυτές δικαιούνται να έχουν μέχρι 12 ν.μ. εύρος Χωρικής Θαλάσσης και ακόμη άλλα 12 ν.μ. Συνορευούσης Ζώνης! Να σημειωθεί εδώ ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει ανάλογα δικαιώματα καν εις το Καστελόριζο! Δεν αναγνωρίζει λοιπόν η γείτων δικαίωμα Χωρικών Υδάτων και φυσικά ούτε Συνορευούσης Ζώνης στις βραχονησίδες αλλά ούτε καν εις τας Νήσους του παρακτίου Κράτους, το οποίον και τις διαθέτει, και δεν δέχεται να ακολουθήσει τις επιταγές του Δικαίου της Θαλάσσης το οποίο, όμως, όπως η οιαδήποτε λύσις απαιτεί, ακόμη και αυτή της «ευθιδικίας», οφείλει να συντελείται με σαφήν τήρησιν των υπ’ αυτό προβλεπομένων κανόνων! Συνεπώς πάσα συζήτησις με την Άγκυρα επί του θέματος θα είναι άγονος. Και, πάντως, κατά την Σύμβασιν υφίσταται πρόνοια υποχρεωτικού μηχανισμού διά την διευθέτησιν αναλόγων διαφορών μέσω της προσφυγής των εμπλεκομένων εις το Διεθνές Δικαστήριον διά το Δίκαιον της Θαλάσσης. Το Δικαστήριον, το εδρεύον εν Αμβούργω Γερμανίας, ελειτούργησε το 1996, δύο έτη αφότου η Νέα Σύμβασις του 1982 ετέθη εν ισχύι.

Καλόν είναι λοιπόν να μην αναφέρονται οι διάφοροι αναλυταί και σχολιασταί εις το «Διεθνές Δικαστήριον της Χάγης», αλλά εις αυτό του Αμβούργου, εάν θέλουν να είναι ακριβείς.

Δέσμευση αποφυγής μονομερών ενεργειών στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού και της επιθυμίας, ώστε να αποτραπούν συγκρούσεις οφειλόμενες σε παρεξήγηση».«».«»« Αμοιβαία δέσμευση για την ειρήνη, την ασφάλεια και τη συνεχή ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας, σεβασμό της κυριαρχίας της κάθε χώρας και σεβασμό των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών»«». «Ειρηνικόν μέσον» ή μήπως είναι «απειλή χρήσεως βίας»;
 
(Περιοδικό "ΕΠΙΚΑΙΡΑ")

Προσεχείς Εκδηλώσεις ΙΕΝΕ

Advisory Services

Green Bonds


Εκδόσεις ΙΕΝΕ

energia.gr

Συνεργαζόμενοι Οργανισμοί

IEA

Energy Institute

Energy Community

Eurelectric

Eurogas

Energy Management Institute

BBSPA

AERS

ROEC

BPIE

Αρχική Σελίδα | Όροι Χρήσης | Site Map | Επικοινωνία
Copyright © 2004-2024 IENE. All rights reserved.

Website by Theratron