Ανακοινώσεις & Ειδήσεις ΙΕΝΕ

Ακριβότερη στην Ευρώπη η Χονδρική Αγορά Ηλεκτρισμού στην Ελλάδα, Σύμφωνα με Τελευταία Ανάλυση του ΙΕΝΕ

Ημ/νία δημοσίευσης: Δευτέρα, 20 Ιουλίου 2020

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι τιμές χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας στην ελληνική αγορά ήταν οι υψηλότερες στην Ευρώπη το πρώτο τρίμηνο του 2020. Παρόλο που πρόκειται για ένα πρόβλημα που μόλις εσχάτως προσήλκυσε το ενδιαφέρον των ελληνικών αρχών και του εγχώριου Τύπου, εν τούτοις είναι ένα διαρκές ζήτημα, που εντατικοποιήθηκε το 2019.

Ο κύριος λόγος για την ανοδική τάση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στην χονδρεμπορική αγορά στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, είναι η σταδιακή απώλεια ανταγωνιστικότητας της εγχώριας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη, ως αποτέλεσμα του υψηλού λειτουργικού κόστους και της σταδιακής αύξησης των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας εκπομπών της ΕΕ (ETS). Ταυτόχρονα, οι λιγνιτικοί σταθμοί πρέπει να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη ανταγωνιστικότητα από τις εισαγωγές ενέργειας αλλά και τις εγχώριες μονάδες φυσικού αερίου, ως αποτέλεσμα των χαμηλότερων τιμών του φυσικού αερίου τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα το δεύτερο εξάμηνο του 2019, που οφείλεται στον υψηλό ανταγωνισμό που προκαλεί η διαφοροποίηση των πηγών εισαγωγής του καυσίμου. Επιπλέον, η ευέλικτη παραγωγή μονάδων φυσικού αερίου καθίσταται όλο και πιο απαραίτητη για την εξισορρόπηση των ασταθών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Η σημαντική πτώση των τιμών του φυσικού αερίου κατά την τελευταία δεκαετία (2010-2019), απέφερε, επίσης, την υψηλότερη διείσδυσή τους στο μείγμα ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, με την πιο σημαντική αύξηση να σημειώνεται το 2016, όταν η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από μονάδες φυσικού αερίου, κατέγραψε την μεγαλύτερη ετήσια αύξηση σε βάθος δεκαετίας, φθάνοντας στο 67% σε σύγκριση με το 2015.

Επίσης, η σταδιακή διείσδυση των ΑΠΕ στο μείγμα ηλεκτρικής ενέργειας, από 6,5% το 2012, σε 20,6% το 2019, μείωσε σημαντικά τον διαθέσιμο χώρο για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας βασικού φορτίου, καθιστώντας ολοένα και πιο δύσκολη την ενσωμάτωση των μονάδων λιγνίτη στον ημερήσιο σχεδιασμό της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, δεδομένης του σχετικά υψηλού κόστους παραγωγής. Επιπλέον, το κόστος των δικαιωμάτων εκπομπών (ETS) έχει αυξηθεί σημαντικά από το 2012, με την τιμή τους να αυξάνεται ραγδαία από το 2018 και μετά. Η τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών υπερδιπλασιάστηκε, πλησιάζοντας στα 25 € / τόνο (τόνος ισοδυνάμου CO2) στο τέλος του 2019, από 7,5 ευρώ τον Μάρτιο του 2012 και ως εκ τούτου έχει αυξηθεί το λειτουργικό κόστος των μονάδων λιγνίτη. Αυτό καθιστά τις αντίστοιχες που λειτουργούν με φυσικό αέριο εξαιρετικά ανταγωνιστικές, επιτυγχάνοντας όλο και χαμηλότερο μεταβλητό λειτουργικό κόστος, λόγω των μεγάλων παραγωγών οι οποίοι εξασφαλίζουν την προμήθεια LNG σε χαμηλές τιμές.

Εκτός από τις μονάδες φυσικού αερίου, οι εξαιρετικά ανταγωνιστικές εισαγωγές βοήθησαν στην εξισορρόπηση των χονδρεμπορικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας καθ 'όλη τη διάρκεια του 2019. Ειδικότερα, οι καθαρές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα αυξήθηκαν, λόγω της σημαντικής μείωσης της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας σε γειτονικές αγορές, όπως η Ιταλία και η Βουλγαρία, που έπεσε κατά 3,1 TWh και 0,7 TWh αντίστοιχα. Ταυτόχρονα, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας βασικού φορτίου στην περιοχή κατέστη εξαιρετικά ανταγωνιστική λόγω της σημαντικής αύξησης των τιμών του ETS, το 2019, καθώς η Ρουμανία, η Βουλγαρία και οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων (βλ. Σερβία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη κ.λπ.) δεν συμμετείχαν στον ευρωπαϊκό μηχανισμό εμπορίας εκπομπών (ETS) και συνεπώς δεν συμπεριέλαβε το κόστος για τις εκπομπές τους στο μεταβλητό κόστος των εγχώριων θερμοηλεκτρικών σταθμών. Αυτή η κατάσταση διευκόλυνε την αύξηση των καθαρών εισαγωγών στο ελληνικό σύστημα κατά 62,4% το 2019, σημειώνοντας υψηλό δεκαετίας στις 9,74 TWh, ή 19,28% της συνολικής ζήτησης του συστήματος. Κατά συνέπεια, οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν τώρα κατά μέσο όρο το 21% (Ιούνιος 2020) του μίγματος ηλεκτρικής ενέργειας.

Αν και οι τιμές εισαγωγής ήταν ανταγωνιστικές, εν τούτοις δεν ήταν τόσο χαμηλές, καθώς αντιπροσώπευαν παραγωγή σε γειτονικές αγορές, στις οποίες οι τιμές χονδρικής αγοράς καθορίζονται από τις μονάδες με λιγνίτη και φυσικό αέριο, όπως η Βουλγαρία και η Ιταλία αντίστοιχα. Συγκριτικά, μπορούμε να παρατηρήσουμε μια αγορά που εξαρτάται περισσότερο από την εισαγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από την Ελλάδα, όπως είναι η Ουγγαρία, η οποία εισήγαγε το 27,8% των αναγκών της, προκειμένου να καλύψει την εγχώρια ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας το 2019. Oι τιμές χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας στην ουγγρική αγορά χονδρικής (HUPX) ήταν χαμηλότερες κατά 26,9% (- 13,53 € / MWh) από ό, τι στην Ελλάδα και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εισαγωγές της προήλθαν από αγορές των οποίων οι τιμές χονδρικής καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από ΑΠΕ και πυρηνική ενέργεια, όπως η Αυστρία-Γερμανία και η Σλοβακία, η Ουκρανία αντίστοιχα, δηλαδή από την παραγωγή μονάδων με εξαιρετικά χαμηλό μέχρι μηδενικό μεταβλητό κόστος.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, οι περισσότεροι όγκοι ηλεκτρικής ενέργειας που εμπορεύονται στις περιφερειακές αγορές χονδρικής, εκτός Ελλάδας, δεν υπερβαίνουν το 40-60% του συνολικού όγκου της εγχώριας ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, πράγμα που σημαίνει ότι το πραγματικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας σε κάθε χώρα, δεν αντιπροσωπεύεται πλήρως σε επίπεδο χονδρικής, όπως ισχύει σήμερα στην Ελλάδα. Επιπλέον, περιφερειακές αγορές όπως η Ιταλία και η Ρουμανία, που συμμετέχουν σε συστήματα πολλαπλών περιοχών ζεύξης (MRC) και 4MMC, αντίστοιχα, βλέπουν τα αποτελέσματα των αγορών τους να διαμορφώνονται από το μείγμα παραγωγής με το χαμηλότερο κόστος, σε περιφερειακό επίπεδο, μέσω της διεξαγωγής έμμεσων διασυνοριακών συναλλαγών, κάτι που δεν αποτελεί συνήθη πρακτική στην Ελλάδα.

Με την σύζευξη της αγοράς με την Ιταλία και το MRC να αναμένεται να συμβεί μόλις το 2021, μετά την εφαρμογή του target model, τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, υπάρχουν ελπίδες για μικρή μείωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας χονδρικής στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Τέλος, πρέπει να αναφέρουμε ότι οι τιμές χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας στην χώρα έχουν ήδη σημειώσει πτώση το δεύτερο τρίμηνο του 2020, εξαιτίας της σημαντικής μείωσης της ζήτησης λόγω της πανδημίας του Covid-19. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα παρεχώρησε την πρωτιά της ακρίβειας στην Πολωνία! Το IENE παρακολουθεί στενά τις επιδόσεις των περιφερειακών και ευρωπαϊκών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας χονδρικής μέσω της εβδομαδιαίας έκδοσης SEE Electricity Market Analysis, η οποία αποστέλλεται μόνο στα μέλη της.

Προσεχείς Εκδηλώσεις ΙΕΝΕ

Advisory Services

Green Bonds


Εκδόσεις ΙΕΝΕ

energia.gr

Συνεργαζόμενοι Οργανισμοί

IEA

Energy Institute

Energy Community

Eurelectric

Eurogas

Energy Management Institute

BBSPA

AERS

ROEC

BPIE

Αρχική Σελίδα | Όροι Χρήσης | Site Map | Επικοινωνία
Copyright © 2004-2024 IENE. All rights reserved.

Website by Theratron