
Άρθρα-Αναλύσεις
Το Πακέτο «Φρανκενστάιν» της ΕΕ για τους Κλιματικούς Στόχους του 2040
Ημ/νία δημοσίευσης: Παρασκευή, 4 Ιουλίου 2025
Μετά από πολύμηνη αναμονή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε νωρίτερα σήμερα το νέο πακέτο κλιματικών δράσεων για το 2040. Όπως αναμενόταν, η Κομισιόν διατήρησε τον στόχο μείωσης των εκπομπών στο 90% σε σχέση με το 1990, αλλά προσέθεσε μία σειρά άλλων ρυθμίσεων που έχουν προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις. Η πρώτη αφορά στην αποδοχή των πιστώσεων άνθρακα από τρίτες χώρες και η δεύτερη αφορά στις αποζημιώσεις προς τις ευρωπαϊκές εταιρείες που εξάγουν εκτός ΕΕ.
Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη αλλαγή συμπεριλήφθηκε κατόπιν πιέσεων από τη Γερμανία, ενώ είχε απορριφθεί από την επιστημονική επιτροπή της ΕΕ για το κλίμα. Σύμφωνα με το νέο σύστημα, τα 27 κράτη-μέλη θα μπορούν να αγοράζουν πιστώσεις άνθρακα από αναπτυσσόμενες χώρες και να τις προσμετρούν στο δικό τους ποσοστό μείωσης ρύπων ως και 3%. Οι πιστώσεις άνθρακα θα μπορούν να συνυπολογιστούν από το 2036 και μετά— δηλαδή το συγκεκριμένο πλαίσιο θα λειτουργήσει την τετραετία μέχρι το 2040. Οι αγοραπωλησίες θα υλοποιούνται μέσω της διεθνούς αγοράς που διαμορφώνει ο ΟΗΕ, ενώ η ΕΕ θα δημοσιεύσει συγκεκριμένα κριτήρια για την εγκυρότητα των πιστώσεων εντός του 2026.
Η προσθήκη αυτού του μέτρου, όμως, εγείρει σοβαρά ερωτήματα. Αφενός, την τελευταία διετία έχουν δημοσιοποιηθεί πολλές περιπτώσεις ψευδών ή υπερτιμημένων πιστώσεων άνθρακα, με την ίδια την ΕΕ να πιέζει για πολύ αυστηρές ρυθμίσεις. Μάλιστα, η Γερμανία, η οποία άσκησε πιέσεις για τη συγκεκριμένη αλλαγή, είχε ακυρώσει πιστώσεις άνθρακα αξίας πολλών εκατομμυρίων ευρώ από την Κίνα, καθώς δεν τηρούσαν τις προϋποθέσεις. Αφετέρου, όπως είχε εξηγήσει η Ευρωπαϊκή Επιστημονική Συμβουλευτική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (ESABCC) σε πρόσφατη ανακοίνωσή της σχετικά με το θέμα, η αγορά πιστώσεων άνθρακα από τρίτες χώρες θα εκτρέψει ευρωπαϊκά κεφάλαια από τις επιχειρήσεις στην ήπειρο που τα χρειάζονται εξίσου.
Η δεύτερη αλλαγή σχετίζεται με την εγχώρια λειτουργία του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ΣΕΔΕ) της ΕΕ. Η νέα ρύθμιση προβλέπει πως οι επιχειρήσεις που παράγουν προϊόντα που υπάγονται στο ΣΕΔΕ εντός ΕΕ και τα εξάγουν εκτός ΕΕ, θα λαμβάνουν αποζημιώσεις για τους φόρους άνθρακα που είχαν πληρώσει. Το μέτρο αυτό στοχεύει να ενθαρρύνει τις εξαγωγές και να καταστήσει τις εταιρείες που εδρεύουν επί ευρωπαϊκού εδάφους πιο ανταγωνιστικές. Η προσθήκη της συγκεκριμένης αλλαγής προήλθε από τη βιομηχανία αλουμινίου και χάλυβα, δύο κλάδους που ήδη πλήττονται από τους δασμούς Τραμπ. Η Κομισιόν ελπίζει ότι αυτή η μεταρρύθμιση θα βοηθήσει περισσότερες εξαγωγικές επιχειρήσεις να μείνουν στην Ευρώπη.
Φυσικά, η ανακοίνωση του νέου πακέτου προκάλεσε αντιδράσεις. Η παραδοσιακά σκεπτικίστρια έναντι της κλιματικής δράσης Πολωνία δήλωσε πως οι ευρωπαϊκοί στόχοι είναι μη ρεαλιστικοί και πως οι Βρυξέλλες θα έπρεπε να δώσουν προτεραιότητα στο πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας, αντί για την κλιματική αλλαγή. Ωστόσο, η Πολωνία ίσως δεν καταφέρει να επηρεάσει την τελική έγκριση του σχεδίου, το οποίο χρειάζεται την ενισχυμένη πλειοψηφία των 27 κρατών-μελών και την πλειοψηφία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Από την πλευρά της, η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Υπεύθυνη για την ‘Καθαρή, Δίκαιη και Ανταγωνιστική Μετάβαση’, Τερέσα Ριμπέρα, δήλωσε σε σημερινή εκδήλωση πως «η πολιτική δειλία υπονομεύει τις ευρωπαϊκές προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής», χωρίς όμως να αναφερθεί σε συγκεκριμένες κυβερνήσεις ή το νέο πακέτο. Πράγματι, όπως αναδεικνύουν πολλές επιστημονικές μελέτες, η Ευρώπη είναι η ήπειρος που θερμαίνεται ταχύτερα από όλες, με αρκετές χώρες, ιδιαίτερα στον νότο, να έχουν ήδη βιώσει πρωτοφανείς καταστροφές.
Υπάρχουν και εκείνοι που πιστεύουν πως με την οπισθοχώρηση των ΗΠΑ από την κλιματική δράση, η Ευρώπη μπορεί να αναλάβει ηγετικό ρόλο. Εντούτοις, είναι γνωστό πως παρά τη βαρύγδουπη ρητορική, η ΕΕ έπεται αρκετά του πραγματικού ηγέτη, τόσο στην ανάπτυξη πράσινων τεχνολογιών, όσο και στην ενεργειακή μετάβαση, δηλαδή της Κίνας. Με τη μεταστροφή της Ευρώπης προς τον επανεξοπλισμό της, θεωρείται σχεδόν δεδομένο πως θα υποχωρήσει ακόμα περισσότερο, ενώ η Κίνα συνεχίζει να αποτελεί την παγκόσμια ατμομηχανή της πράσινης βιομηχανίας.