Άρθρα-Αναλύσεις
Οι Χούτι Απειλoύν το Παγκόσμιο Εμπόριο Πετρελαίου- Κίνδυνος Νέου Άλματος των Τιμών
Ημ/νία δημοσίευσης: Παρασκευή, 22 Δεκεμβρίου 2023
Σύσσωμη η αντιπολίτευση αντέδρασε έντονα στην
απόφαση του Υπουργού Άμυνας, Νίκου Δένδια, να διατάξει την αποστολή
φρεγάτας του ελληνικού πολεμικού ναυτικού στην Ερυθρά Θάλασσα, στο
πλαίσιο της διεθνούς επιχείρησης «Φύλακας της Ευημερίας».
Η επιχείρηση, στην οποία θα μετέχουν, εκτός απροόπτου συνολικά, 10 χώρες, που περιλαμβάνουν τις ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Μπαχρέιν, Καναδά, Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία, Νορβηγία, Σεϋχέλλες και Ισπανία, αποσκοπεί στην προστασία των εμπορικών πλοίων που πλέουν στην Ερυθρά Θάλασσα και αντιμετωπίζουν υπαρκτή απειλή από τους αντάρτες Χούτι. Η απόφαση της κυβέρνησης μοιάζει εύλογη αν αναλογιστεί κανείς ότι η χώρα μας διαθέτει την μεγαλύτερη ποντοπόρο ναυτιλία στον κόσμο, με πολλά πλοία ελληνικού νηολογίου, ή ελληνόκτητα, να διασχίζουν το επικίνδυνο αυτό θαλάσσιο πέρασμα σε καθημερινή βάση. Η κατάσταση σε αυτή την περιοχή του πλανήτη δεν έχει αναστατώσει μόνο τις κυβερνήσεις των χωρών που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το ναυτιλιακό εμπόριο, αλλά έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου.
Tους τελευταίους δύο μήνες οι διεθνείς αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου αγνόησαν σε μεγάλο βαθμό τη σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς, καθώς, για μια σειρά από λόγους δεν διατάραξε σοβαρά τις ροές των ορυκτών καυσίμων από την Μέση Ανατολή και την Μεσόγειο.
Οι τιμές του πετρελαίου και οι ευρωπαϊκές τιμές αναφοράς του φυσικού αερίου, στο TTF, σημείωσαν πρόσκαιρη άνοδο στην αρχή Οκτωβρίου, προτού υποχωρήσουν σε χαμηλά έξι μηνών δύο μήνες αργότερα, εν μέσω των επίμονων ανησυχιών για τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης και τη συνακόλουθη ζήτηση πετρελαίου, όπως επίσης για τη διατήρηση υψηλών αποθεμάτων φυσικού αερίου στο βόρειο ημισφαίριο καθώς και των θερμότερων καιρικών συνθηκών που περιορίζουν τη ζήτηση για θέρμανση.
Αλλά οι αγορές μπορεί να υπήρξαν, τελικά, περισσότερο εφησυχασμένες από το κανονικό. Οι επιπτώσεις της σύγκρουσης στην Μέση Ανατολή είναι δυνατό να επηρεάσουν δυσμενώς τις αγορές ενέργειας και τις αλυσίδες εφοδιασμού, παγκοσμίως και να οδηγήσουν τις τιμές καταναλωτή σε υψηλότερα επίπεδα, ακριβώς τη στιγμή που η Fed σηματοδότησε μια στροφή στη νομισματική πολιτική της, με ορατό το ενδεχόμενο διαδοχικών μειώσεων του κόστους δανεισμού από το νέο έτος.
Όμως, η πιο πρόσφατη απειλή για το παγκόσμιο εμπόριο, συμπεριλαμβανομένου τμήματος της διαμετακομιδής πετρελαίου και προϊόντων αργού, προέκυψε από τους Χούτι στην Υεμένη, που πρόσκεινται στο Ιράν και οι οποίοι έχουν εντείνει τις επιθέσεις τους κατά εμπορικών πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα και δη εγγύς του Στενού του Bab el-Mandeb.
Ο συγκεκριμένος πορθμός αποτελεί τμήμα της ευρύτερης γεωγραφίας που περιλαμβάνει τη διώρυγα του Σουέζ, τον αγωγό SUMED και το Στενό που αποτελούν στρατηγικές οδούς για τη μεταφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου από τις χώρες του του Περσικού Κόλπου, προς την Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική.
Συνολικά έχει μεταφερθεί, μέσω αυτών των οδών, το 12% του πετρελαίου που διακινήθηκε από την θάλασσα, κατά το α’ εξάμηνο του 2023, με τις αποστολές LNG να αντιστοιχούν περίπου στο 8% του παγκόσμιου εμπορίου για το καύσιμο, όπως ανέφερε η Υπηρεσία Πληροφοριών Ενέργειας των ΗΠΑ (EIA).
Μαζί με αυτό το 12% του παγκόσμιου εμπορίου μεταφοράς ορυκτών καυσίμων, μέσω της Ερυθράς Θάλασσας, συμπεριλαμβάνεται και το 30% της παγκόσμιας διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων, που σημαίνει ότι οι όποιες καθυστερήσεις μπορεί να προκύψουν εξαιτίας των επιθέσεων των ανταρτών Χούτι, μπορούν, δυνητικά, να επηρεάσουν τις τιμές των καυσίμων καθώς και τη διαθεσιμότητα διαφόρων προϊόντων και ηλεκτρονικών ειδών στις αγορές τα Δύσης.
Ήδη, δεκάδες εταιρείες έχουν σταματήσει να στέλνουν πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα και στην διώρυγα του Σουέζ. Τέσσερις από τις πέντε μεγαλύτερες εταιρείες μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο, Maersk, Hapag-Lloyd, CMA, CGM και MSC, έχουν διακόψει ή αναστείλει τις δραστηριότητές τους στην Ερυθρά Θάλασσα.
Και αυτό συμβαίνει ενώ το έτος που λήγει, οι ροές πετρελαίου μέσω της διαδρομής Ερυθρά Θάλασσα- Διώρυγας του Σουέζ πραγματοποίησαν άλμα μετά το εμπάργκο που επιβλήθηκε στο ρωσικό πετρέλαιο που μετατόπισε τις εξαγωγικές δραστηριότητες της Ρωσίας προς τις χώρες της Ασίας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της EIA, το πρώτο εξάμηνο του 2023, η ροή αργού πετρελαίου προς βορρά μέσω της διώρυγας του Σουέζ και του αγωγού SUMED αυξήθηκε κατά περισσότερο από 60% σε σχέση με το 2020, καθώς η ζήτηση στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ ανέκαμψε μετά τις δυσμενείς επιπτώσεις που επέφερε η πανδημία του Covid.
Η διώρυγα του Σουέζ είναι ένας από τους σημαντικότερους διαύλους του παγκόσμιου εμπορίου πετρελαίου όπου κυριαρχούν οι μεταφορές αργού από τους παραγωγούς της Μέσης Ανατολής –ξεπέρασαν τα 3,9 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως - προς την Ευρώπη.
Επίσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Κατάρ και η Ρωσία είναι οι κύριοι διακινητές υγροποιημένου φυσικού αερίου μέσω του Σουέζ, με τη διαφορά ότι τα φορτία προς την Ευρώπη είναι ιδιαίτερα χαμηλά και δεν ξεπερνούν το 5% περίπου των καθαρών εισαγωγών της ΕΕ.
Ωστόσο, η μεταφορά αργού και προϊόντων πετρελαίου καθώς και εμπορευματοκιβωτίων είναι μια εντελώς διαφορετική υπόθεση που εκτιμάται ότι θα επηρεάσει μεσοπρόθεσμα τις ευρωπαϊκές αγορές, καθώς η Γηραιά ήπειρος θα είναι περισσότερο εκτεθειμένη στις διαταραγμένες ροές αργού και προϊόντων από την Μέση Ανατολή και την Ασία.
Έως ότου βελτιωθεί το καθεστώς ασφαλείας στην περιοχή, πολλές ναυτιλιακές εταιρείες θα ανακατευθύνουν τα φορτία μέσω του νότιου άκρου της Αφρικής, παρά το ότι η διαδρομή του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας θα επιβαρύνει χρονικά τα ταξίδια των πλοίων, ενώ θα προσθέσει κόστος και καθυστερήσεις στο παγκόσμιο εμπόριο αγαθών που θα μετακυλιστεί, ως συνήθως, στους ώμους των καταναλωτών.
Ο εφοδιασμός σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο καθαυτός δεν απειλείται, και υπάρχει δυνατότητα αλλαγής δρομολόγησης σε εναλλακτικές διαδρομές, όμως αυτό θα έχει κόστος, υποστηρίζουν οι αναλυτές.
Oι διαταραχές στους θαλάσσιους δρόμους του εμπορίου και οι νέες καθυστερήσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού θα μπορούσαν να αναζωπυρώσουν τον πληθωρισμό και να διακυβεύσουν την ήπια νομισματική πολιτική των μεγάλων κεντρικών τραπεζών και τις προοπτικές της οικονομίας, κάτι που θα μπορούσε, ως επακόλουθο, να επιδράσει αρνητικά στην παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου.
(από energia.gr, 22/12/2023)